|
облагораживающий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово облагораживающий? — εξεογενιστικός как с (ново)греческого переводится слово εξεογενιστικός? — облагораживающий — οκταπλάσιος — κοσκινίζω — τραγανό — ορνιθαρειό — αποκεφαλιστής — ενδεικτικός — ανέλκωσις — αμπελοφάσουλο — συνδεσμώτης — πηδηξιά — τρύπηση — ξαναβρίσκω — αυτοσεβασμός — ασκώ — ομολογία — ομοιόχρωμος — γλειφομούνι — επισκότηση — κακουργιοδικείο — ανεμοπόδαρος — γιαβρούμ |
|||