|
(-εως) η нагноение (действие) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нагноение? — εμπύηση как с (ново)греческого переводится слово εμπύηση? — нагноение — υποδιαστολή — εύορκος — θρεψερός — δάσυνση — αγγάστρωτη — εμπλήρωση — ζούρα — φυστίκι — φαρφαράς — κρούσταλλο — παρμεζάνα — σπετσαρία — πλαδαρά — γενεαλογούμαι — διαβατάρισσα — κολλογόνος — τσάπισμα — ακοπάνιστος — γεράκια — μπακάλικο — σκιάξιμο |
|||