|
ο, η избиратель, избирательница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово избиратель? — ψηφοφόρος как на (ново)греческом будет слово избирательница? — ψηφοφόρος как с (ново)греческого переводится слово ψηφοφόρος? — избиратель, избирательница — ανασκόπηση — στοιχειώνω — ζῷον — διασημαίνω — κατηγορία — συναλλάσσω — καρμίρης — γυναικοφέρνω — γιδερό — χοντροκάμωτος — ανάβλεμμα — ακρίδα — προβάλλομαι — ανερυθρίαστος — ζαβλόκωμα — ιχθυόλη — προσκρούω — μουρντάρα — σκορποχέρης — ριντό — αποστράτευση |
|||