|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κασονάκι? — — στοιβακτής — μεταλλοειδικός — βενετοκρατία — τεμπελόσκυλο — ελικοπτεροφόρος — αντιπρόκληση — ανθρωποσωτήριος — Καυκάσια — βρόγχος — χελωνός — αδελφοσύνη — εκλέκτωρ — αυτοδιαλύομαι — καρτέλ — φλόγιστρο — θεώρηση — μερτικό — συγκόλλημα — γαλβανοστεγία — αναμνηστήριο — ριζόποδα |
|||