|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανάμικτος? — — διαμαρτύρηση — υπόστρωμα — πλαναισθησία — μαντεύτρια — ρηχά — κιβωτός — σαμαράκι — μέ — ακύρωτος — δακρυογόνος — εκθαμβωτικός — κατεργάσιμος — αμυρολόγητος — σκύπτω — μετεωρισμός — γαιανθρακορύκτης — αψηφος — γεροβολιά — ασχημούτσικος — βλαπτικότητα — μνημόνευση |
|||