|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διαπλάθω? — — σφίγγομαι — βουλησιαρχία — φιστίκι — ξυλοπάπουτσο — αποκρυσταλλοποίηση — άζήλευτος — σπόρτσμαν — γαλανότητα — επικρέμαμαι — κουρνιασμένος — φωταγωγώ — αλλάς — κατσικήσιος — μεταρσιώνω — φλασκιά — παγωνιά — κατακρύπτω — γαλήνια — λαγοκοιμάμαι — μελόπιτα — επιβλαβώς |
|||