|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψηφιοποιούμαι? — — προμηθεύω — θάμασμα — επίμετρο — αναβιωμένος — ακολασταίνω — κολβερτισμός — μεγαλόσωμος — υπνιάρης — νήστις — φυγαδεύω — φελί — σπερμικός — πάντοτε — κύτταγμα — θερσίτης — νικημένος — φαρμακεμπορία — μπόλικα — φατριακός — οδοντολοξία — διθάλαμος |
|||