Новогреческий словарь
επισκευάστρια
επισκευάστρια
η
ремонтница
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ремонтница
? —
επισκευάστρια
как с
(ново)греческого
переводится слово
επισκευάστρια
? — ремонтница
#
(ново)греческий словарь
—
σκεπασμένος
—
ζουζούνισμα
—
τεσσαρακοντούτις
—
υποψάλλω
—
ακροκυάνωσις
—
αποβολιμαίος
—
ανοιξιάτικος
—
ζάρω
—
ελαττωματίας
—
εμετός
—
ανασπαστήρας
—
κεφαλόσκαλο
—
ξεθάπτω
—
αλμπατρος
—
κουδουνατος
—
οραματίζομαι
—
νομοταγής
—
εικοσιτετράωρο
—
μετάσταση
—
καταντροπιάζω
—
σκαμπίλι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве