Новогреческий словарь
ενδοέκκριση
ενδοέκκριση
η
внутренняя секреция
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
внутренняя секреция
? —
ενδοέκκριση
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδοέκκριση
? — внутренняя секреция
#
(ново)греческий словарь
—
εκατοντάχρονα
—
παραδεδεγμένος
—
πλειοδοτών
—
αναστρεπτήρας
—
τραμπούκος
—
βερβερίζω
—
μεταφορά
—
κύλιντρος
—
ζούλα
—
τυφλογράφος
—
επεισόδιο
—
πράϋνση
—
λεξικολογία
—
προελαύνω
—
κόντεμα
—
μανδραγόρας
—
κυτταρολογικός
—
μετρητης
—
έκχυσις
—
ξεπαγιάζω
—
ακριοπόθητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве