|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναγερμένος? — — λιθοθροπτικός — επταπλάσιος — χρησιμοκρατία — κατέχων — περιπετειούλα — γιασεμόλαδο — διαφώτιστος — τσάκνο — γλιστρολογάω — σχηματοποιούμαι — αδεκαρία — φαγοκυττάρωση — αχρειόστομος — αποτσίγαρο — ξυλόπνευμα — γιορτολόγημα — αλλαξοφεγγαριά — φαυλοκράτης — σαλεπιτζίδικο — μελάμπυρο — γιάτσος |
|||