Новогреческий словарь
κινέζικο
κινέζικο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κινέζικο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αισχρολόγία
—
αποκρισάτορας
—
έμφυτος
—
σοκακόπαιδο
—
έκθεμα
—
αδρώς
—
εμπορορρόπτης
—
κεφαλαίο
—
κλητήριο
—
τριγωνομετρία
—
σκευασία
—
καροτόσουπα
—
σιχασιά
—
υπερθεμάτιση
—
βρέγμα
—
μηχανολογικός
—
ανεμοκίνητος
—
ξεκουμπίδια!
—
πατριαρχικός
—
εναυσματοδόχη
—
χωριανός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве