αλατοπιπερώνω

формы словаβ
αλατοπιπερώνω
сезон


#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αλατοπιπερώνω? —


καθιερώνωανελεήτωςυπνοβασίαπροτονίςετερότηςιερουργώουροποιητικόςάσφαλτοθεριακώνωαδράνειασαγγηνεύωξετιμητήςγνέφιεπιθυμητόςαγκωνούλααντίποινομαραγκούδικοσιδηροβιομηχανίαλαχανάςμετζήτιφθείρ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit