|
η алкоголизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово алкоголизм? — οινοπνευματίαση как с (ново)греческого переводится слово οινοπνευματίαση? — алкоголизм — ικέτις — αγαθοεργός — λαδύς — γιέν — ουρανόπεμπτος — γκουάς — ακλωνος — τονώ — καλοφαγού — κακοντυμένος — ανύψωτος — δόξα — ανάρριχτος — λειτουργός — απαιδιά — αραχνούφαντος — αγναντέβγου — εμπορούπάλληλος — διαβόλισσα — πυριφλεγής — εγκριτικός |
|||