Новогреческий словарь
δελεάζομαι
δελεάζομαι
обольщаться, соблазняться
;
μή ~εσαι! — [phrase]не обольщайся![/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обольщаться
? —
δελεάζομαι
как на
(ново)греческом
будет слово
соблазняться
? —
δελεάζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
δελεάζομαι
? — обольщаться, соблазняться
#
(ново)греческий словарь
—
σφουγγαρόπαννο
—
γλοκολαλώ
—
βραδυπορία
—
αμιλησιά
—
ρουθούνι
—
πυραυλοφόρο
—
σαΐτα
—
υποστηρικτής
—
μολυντικός
—
απομαγνητοφώνηση
—
ψωρικό
—
νευροψυχικός
—
αναχαιτίζω
—
τσαϊέρα
—
περατάρης
—
ειρκτή
—
ξενοκρατούμαι
—
αντιμετρώ
—
καταλλήλως
—
αρχαιομαθής
—
δυσθεάτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве