|
(-ακος) ο усы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово усы? — μύσταξ как с (ново)греческого переводится слово μύσταξ? — усы — πέρασμα — ψευδοκρούπ — αιματοποτίζω — ξενοδουλεύτρα — αναβλητικά — αναιρέσιμος — φαγάδικος — μυκώμαι — φκιασίδωμα — αναγάπιστος — εξανθράκωση — άγνεθος — αποφθειρίαση — μούναρος — κοσμολογικός — ημίπαυση — αμφισημότητα — χειριστικός — αντιρρόπησις — ηχείον — λειώ |
|||