|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καταβολισμός? — — ξαναδοκιμάζω — πελάγιος — ερημιτισμός — χελώνειος — απηλλαγμένος — αναλώσιμα — ανένταλτος — αζωτο — γιάτρισσα — διοικούμαι — συγκροτώ — παφλασμός — καρδιοπάθεια — συμφυρμός — σαλεπιτζίδικο — χιλιοπλάσιος — σείομαι — σμιγάρι — προκεχωρημένος — καταδρομεύς — ωμά |
|||