Новогреческий словарь
χειροβίοτος
χειροβίοτ|ος
живущий своим трудом
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
живущий своим трудом
? —
χειροβίοτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
χειροβίοτος
? — живущий своим трудом
#
(ново)греческий словарь
—
γαίμα
—
εφεκτικός
—
καμακεύω
—
ευωχία
—
ιεροεξεταστής
—
γλυκοβλέπω
—
προσχεδιασμένος
—
αυτενεργώ
—
αγγελοπρόσωπος
—
αφλογισιά
—
βουβωνοκήλη
—
εξαίρεση
—
ομφαλίτις
—
μικροφυής
—
αυτοματοποίηση
—
άπεπτος
—
στυφούτσικα
—
χαλιναγωγώ
—
πτύσιμον
—
διαβρωτικός
—
φρούσι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве