|
живущий своим трудом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово живущий своим трудом? — χειροβίοτος как с (ново)греческого переводится слово χειροβίοτος? — живущий своим трудом — χρυσοτέχνης — μεγαλορρημονώ — γλυκόξινος — μπατηρίζω — αμαξογώγιον — αγγρκρίζω — ξιφομαχία — υατσίνθι — αγελαδίτσα — μουντάρω — ρηθείς — παράθεση — ανεπιθυμία — ανάκλαστος — καταπίνω — γουρουνοτόμαρο — καψουρεύομαι — συνεύρεση — μπιρμπίλι — αποδήμηση — μικροβιομηχανία |
|||