|
гнуть, сгибать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гнуть? — διακάμπτω как на (ново)греческом будет слово сгибать? — διακάμπτω как с (ново)греческого переводится слово διακάμπτω? — гнуть, сгибать — Φράγκος — κυλόττα — ανάβλυση — λολός — εμπλέκομαι — χαμαίφυτο — πίττα — πορνογράφος — αντιφιλοδοξώ — κατάρριψη — ζωογενής — καθορίζομαι — ίλη — αναμασημένος — εφόρμηση — αντιφασιστής — ελικοτόμος — βροχόπιασμός — διημέρευση — αφρομανώ — μπόρεση |
|||