Новогреческий словарь
αυτεπάγγελτα
αυτεπάγγελτα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτεπάγγελτα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
προληπτικός
—
αγνωθος
—
ψοφώδης
—
σκλώπα
—
εθνεγερσία
—
τρεμοφέγγισμα
—
ασφυρηλάτητος
—
υδατοφράκτης
—
εκπεταλώνοι
—
θηριοδαμαστής
—
αποστέριος
—
λατόμευση
—
μουχλιασμένος
—
μηχανικισμός
—
εξοφθαλμισμός
—
ξωτικιά
—
πλησίστιος
—
διευκρινιστικός
—
αιματολογία
—
μηχανώμαι
—
δυσχέρεια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве