|
ο вермишель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вермишель? — φιδές как с (ново)греческого переводится слово φιδές? — вермишель — ηθικολογία — γελαντζή-ντολμάς — διακριτικότης — αγγέλλω — ψεύστης — ρυτός — γουναράδικο — ρόδινος — επίζωον — ψεύταρος — εξήγηση — λιθογράφημα — πανοραματικός — ξυπασμένος — ατομικότητα — μαστίτιδα — απογέμισμα — γειτονιά — γηραιός — μυθοποιός — εξολόθρευση |
|||