|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово στροφορμή? — — περίεργα — σουρτούκης — θάβω — κηροειδής — ηδονόχαρος — χρυσορρόας — δασοτόπι — επαγγελματικά — βαρυφορτώνω — αλειμματιάρικος — μπερδεμένος — ανελκυστήρας — όσφρηση — ευαπόσπαστος — δεματάς — κάμπτω — ασταφίδωτος — περιπλεμονία — κατεπάνω — φιλικά — τροφεία |
|||