|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово στλεγγίδα? — — τηρώ — πιγγουίνος — υποδιευθύντρια — κοψιά — απερίστροφος — απαξιώνω — κρυφοβλέπω — αντιπολιτειακός — κουτάβι — υποδέκτης — προσωπικώς — πολυνομία — καλύβη — νύ — καφεπότρια — ευγονική — ισπανικός — αεροΰφαντος — ακρόρριζος — ανημπορώ — τζαμτζής |
|||