Новогреческий словарь
εγχυματικά
εγχυματικά
τα
инфузории
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
инфузории
? —
εγχυματικά
как с
(ново)греческого
переводится слово
εγχυματικά
? — инфузории
#
(ново)греческий словарь
—
ελικωτόν
—
λενινιστικά
—
εύτεκνος
—
μισθαρνώ
—
καλάρισμα
—
μετριάζομαι
—
κοινολόγηση
—
μωρότητα
—
συγκατοικία
—
γυναικίτσα
—
αχειραφέτητος
—
εκρίζωση
—
τσάκισμα
—
προσκόμιση
—
ξέγνοιος
—
λιβελλογράφος
—
βασκαίνω
—
μέλωμα
—
πρεζάκιας
—
ασπρίλα
—
γιγνώσκω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве