Новогреческий словарь
διεκπεραιώτρια
διεκπεραιώτρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διεκπεραιώτρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εργόμετρον
—
ευκτική
—
αρμονικότητα
—
πόμπιασμα
—
παγκοσμιοποίηση
—
χορευταρού
—
ζυμώτρια
—
ημέτερος
—
αρταποθήκη
—
διπλά
—
λούφφα
—
σοβαρολογώ
—
αποβίβασμός
—
φιλιππικός
—
κεραυνόβλητος
—
προμελετώ
—
ατυχαίνω
—
συντροφικότητα
—
νοτιά
—
αρχίτερα
—
ήλθα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве