|
ο придурковатость, глупость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово придурковатость? — αβδηρντχσμός как на (ново)греческом будет слово глупость? — αβδηρντχσμός как с (ново)греческого переводится слово αβδηρντχσμός? — придурковатость, глупость — ανοίκειος — κρυστάλλωση — σιδηροβιομήχανος — αποτρίχωση — αντρίκια — παραβολικός — λατινοκρατία — τσιρίδα — αμφιετηρίδα — ανοικτο- — εκλέκτωρ — καλλιστείο — σκουλλί — οκρίβας — στρίγγλος — ηλεκτρισμός — υποκλοπή — ντριτσάρω — προπαγανδισμός — Κρητικός — διαμήκης |
|||