Новогреческий словарь
εγκαρδιώνω
εγκαρδιώνω
воодушевлять, ободрять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
воодушевлять
? —
εγκαρδιώνω
как на
(ново)греческом
будет слово
ободрять
? —
εγκαρδιώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
εγκαρδιώνω
? — воодушевлять, ободрять
#
(ново)греческий словарь
—
κοντύλια
—
φεουδαρχικός
—
μαγευτικός
—
τρισύλλαβος
—
κοιλιακός
—
τύλιγμα
—
τρήμα
—
αισθητοποιητικός
—
αφρούρητος
—
αραιόσαρκος
—
αθερίνος
—
προλεταριάτο
—
τζαμαρία
—
κονταρόξυλο
—
διαβίωση
—
μύκης
—
εμμηνορραγία
—
αναφτερώνω
—
περδικόπουλο
—
πολλαπλασιασμός
—
αυτοβδελυγμία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве