Новогреческий словарь
νομογράφημα
νομογράφημα
το мат.
номограмма
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
номограмма
? —
νομογράφημα
как с
(ново)греческого
переводится слово
νομογράφημα
? — номограмма
#
(ново)греческий словарь
—
ανεπιτήδειος
—
εγκαρδιότητα
—
αυτοτύφλωση
—
ακιδοφόρος
—
αβρόμιστος
—
συνοδηγός
—
άστακτος
—
ακαρτερώ
—
ακομμάτιαστος
—
κλοψούρα
—
πρωθιέρεια
—
ξανθοφύλλη
—
γέψιμο
—
παραθεριστικός
—
συμποσιάρχης
—
μεταφέρνω
—
ερράθην
—
επανεκδίδω
—
εξεμώ
—
ναυπηγήσιμος
—
κλιβανοφόρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве