πρώιμος

формы словаβ
πρώιμος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово πρώιμος? —


ειδοποιόςαναποδογύρισμααλόξευτοςξυρόνενεργοποιώσυνεκδοχικάστέρφοςηχολαλίαεξετάσιμοςεξατομικεύομαιπρωτοπορείαυψίσυχνοςκρητικιάαυγουστίνοςανεγερτικόςλαθούριτυραννώαξιόποινονχύτηςαιθεροβατώμαντίλι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit