|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εθελοντικά? — — συμφοίτηση — τρυλλίζω — τρομοκράτης — κότσια — είδα — αναγνωστήρι — μιτάρισμα — συμφύρομαι — συγκλίνον — κοιλιόδουλος — διάφυση — ισούψής — γκρεμάω — πολυανδρία — πονόλαιμος — εβραϊκός — απόγευμα — ομογνωμονώ — κατουρλού — ηλιοπληξία — χράνο |
|||