|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κουτρουβάλιασμα? — — αναδρομικώς — συγγενικός — άπασπρου — καλπουζάνα — ψιλολόγημα — αντικαταλλαγή — ζιγγίβερι — ακωμώδητος — αντιφεμινισμός — προπερασμένος — αρμολογία — οκαζιόν — ωμοπλατοσκοπία — άλειπτρο — μελάγχρωμα — απιστομώνω — σκαλιστήρι — κλωσσάω — ραδιοθεραπεία — ανεκτέλεστος — σκαλάθυρμα |
|||