|
το увядание, засыхание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово увядание? — μαράγγιασμα как на (ново)греческом будет слово засыхание? — μαράγγιασμα как с (ново)греческого переводится слово μαράγγιασμα? — увядание, засыхание — λευκαντικό — επέρρωσα — σκροφάκι — κάλλιο — γιουχαϊσμός — απρόσκλητος — λαδής — φυλογένεση — εξάμβλυνση — γραφομηχανή — αρχιεπιστολεύς — ανάβραστος — φυσιογνώμων — εμπόδισμα — λαχανοφάγος — αμελέτητο — Βιρμανή — δείξος — κατάγομαι — μερίδιο — φουσκοποταμιά |
|||