|
пострадавший от саранчи #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пострадавший от саранчи? — ακριδοπαθής как с (ново)греческого переводится слово ακριδοπαθής? — пострадавший от саранчи — εγκαλώ — πλήγωμα — τσουκαλιά — ομιλώ — καφέ — αμαστόρευτος — γνώριμος — διασώστης — διαθερμαίνω — εξελαύνω — στρογγυλοποιώ — δερμάτωση — γλυμίζω — δισχίλιοι — προσήλωση — κατασκοτώνομαι — αφυλλος — σουπέρνω — εμπόδισμα — υποφερτός — δυσπαράδεχτος |
|||