|
η мор. тонкий трос #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тонкий трос? — σάγουλα как с (ново)греческого переводится слово σάγουλα? — тонкий трос — επεύχομαι — δευτερογαμία — επικάλυμμα — καφεδάκος — ιστολογικός — κυβοειδής — αναδίπλωμα — μελισσούλα — φιλοπαίγμων — αμάχη — τανύζω — καμπυλόμετρο — σφίξιμο — πρεβάζι — γλυκοκουβεντιάζω — ανεκτικός — αποκριάτικος — υπαστυνόμος — θελκτικότητα — μεταφραστικός — ακρίβεια |
|||