|
ο калибровочный станок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово калибровочный станок? — ακριβωτής как с (ново)греческого переводится слово ακριβωτής? — калибровочный станок — χωριάτισσα — ήσυχα — πειστήριο — κατακαμπής — στριφογυρίζω — οξαποδώ — ομοιότυπο — αποχωρίζω — ασηπτος — θεατρινίστικος — μετασταθμεύω — συμπερασμός — εξομάλισμός — ανομιμοποίητος — φύσημα — μητρόπολη — τελευτή — παρεκκλίνω — μόνωση — ταπεινότητα — νεανικότητα |
|||