Новогреческий словарь
απομακρυσμένος
απομακρυσμέν|ος
далёкий, удалённый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
далёкий
? —
απομακρυσμένος
как на
(ново)греческом
будет слово
удалённый
? —
απομακρυσμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
απομακρυσμένος
? — далёкий, удалённый
#
(ново)греческий словарь
—
ευκολομεταχείριστος
—
γλυκοκοίταμα
—
σηψαιμία
—
απάγωτος
—
τσελιγγοτο
—
πειραματόζωο
—
ζωϊκότητα
—
ανδραδέλφη
—
φωτογράφιση
—
ακριτολογώ
—
τριτάξιος
—
παρεμβατικός
—
ψυχραντικός
—
βραστός
—
λώβη
—
μπολερό
—
συνεταιρισμένος
—
κανόνας
—
παλικαριά
—
κανίσκι
—
τιτάνιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве