|
далёкий, удалённый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово далёкий? — απομακρυσμένος как на (ново)греческом будет слово удалённый? — απομακρυσμένος как с (ново)греческого переводится слово απομακρυσμένος? — далёкий, удалённый — ανισόπλευρος — ελεήμονας — δέκατο — σκοτοδινίαση — αρχιδούκισσα — απρογραμμάτιστος — μπέρτα — γκαβίζω — κοπρόχωμα — γενειάζω — ελεημονητικός — νυκτοβάτις — ταννίνη — διακύβευση — καλένδες — καραβοφάναρο — Κινέζα — απογευματίζω — περιλαίμιο — ευσώματος — νεύρωση |
|||