|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεταλακτήρας? — — γερμανόφωνος — λάλος — αλκοόλ — αγλήγορα — προηγουμένως — φιλουριά — ανεξάλειπτο — αδιάδοτος — στειφτός — αναφωνητής — υποκαπνισμός — αμακαδόρος — λουστρίζω — επιπλήρωμα — αιμομικτικός — τσούπρα — εξεικονίζω — διατιμητής — ξελακκίζω — βλογάω — καταδιώκων |
|||