|
η 1) фрак; 2) ист. сюртук #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фрак? — βελάδα как на (ново)греческом будет слово сюртук? — βελάδα как с (ново)греческого переводится слово βελάδα? — фрак, сюртук — δινώ — θηριοδαμαστής — αχυραμιά — ικανοποιώ — εμπύρειον — πολύπους — ενεπρήσθην — σμίξιμο — άθλαστος — ανακατακτώ — τριβόλι — λαμνοκόπος — καταιγίδα — αραβίδα — αξεμπέρδευτος — κσσσιτερουργός — πηδηχτά — βυθομέτρηση — ξεμεσημεριάζω — γεγονός — ψευδάνθρακας |
|||