|
жить в неволе (о птицах) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жить в неволе? — κλουβιαίνομαι как с (ново)греческого переводится слово κλουβιαίνομαι? — жить в неволе — λουτρόπολη — ψαροκόκκαλο — μενεξεδύ — αποσαφηνίζω — γαϊδουροπείνα — πιανίστα — κροτάφι — θαλαμηπόλος — οίκημα — καπναποθήκη — ανταίτησις — κολοκυθοκορφάδες — κλωστοϋφαντουργίνα — χωνεύω — επιγονάτιο — ξανακεντώ — μετακηπεύω — ζαχαράτος — σταθεροποιητικός — αμπελότοπος — νεοτερισμός |
|||