ανακουφίζομαι

формы словаβ
ανακουφίζομαι



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ανακουφίζομαι? —


ασκαρδαμυκτίμητριαρχίακλαγγήδιαφορεύωδιάγλυπτοςεναερίωςντορβάςπαρθεναγωγείοανοικοκύρευταστασίασμόςδακρυϊκόςκαλοτυχίααφυδάτωσηκωμωδίαακρύσταλλοςβοηθημένοςπωγωνάτοςεξασθενητήςαπογυναικώνομαιενάργυροςαλατοποίηση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit