|
изотермический; ~οι καμπύλαι — геогр. изотермы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово изотермический? — ισόθερμος как с (ново)греческого переводится слово ισόθερμος? — изотермический — ημιπερίοδος — ευκολοάναφτος — τρίμετρος — νεωκόρος — δέομαι — εκπλατύνω — κοίμισμα — λιθόκονη — προαποφαίνομαι — βουνοκορφή — μυτιλοτροφία — νυκτόσημον — αλαφρόστρατος — λαμπυρίδα — χθές — περκάλι — εκατοντάχρονα — σταφιδάμπελος — διαρθρώνω — διεκπεραιωτής — ανθρωποσφαγή |
|||