|
το гребень (горы) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гребень? — διάραχο как с (ново)греческого переводится слово διάραχο? — гребень — καταδύω — εξελληνίζω — πουτσοσκάμπηλο — σταθερώνω — αντίδραση — μονοπώληση — ληψοδοσία — συντεταγμένα — γοργόκαιρος — ροή — γόητρον — επανεξετάζω — λευίτης — ματοκυλάω — απορροφώμαι — παρήχηση — λόγιον — αγαθό — ιλύς — Μεσοπεντηκοστή — γκερντανλού |
|||