|
ο цыган #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово цыган? — Ατσίγγανος как с (ново)греческого переводится слово Ατσίγγανος? — цыган — συμψηφιστικός — κατσιβέλα — ηλεκτροακουστική — αντιπολιτευτικός — σχάσιμος — χολαιμία — περιτραχήλιον — αγγειοβρίθεια — ροϊδιά — ατσιγγαναρειό — ουδετερόφιλος — φραγκόπαπας — σκάλα — βλαχοχώρι — καλικατζού — διαβολόσπέρμα — ήττα — κομψότητα — νομιναλίστρια — κεραία — εξώνησις |
|||