|
το нравоучение, мораль (басни) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нравоучение? — επιμύθιο как на (ново)греческом будет слово мораль? — επιμύθιο как с (ново)греческого переводится слово επιμύθιο? — нравоучение, мораль — προσφυγοπατέρος — γιγάντινος — τοκογλυφικός — υπαίθριος — νεοελληνική — αρβαλίζω — ποδηλατίστρια — βουβαλίσιος — σεισμομετρικός — δαγκώνω — ευκοιλιότητα — πρωρατεύω — σάρακας — βορβορώδης — ντιστεγκές — οινοπνευματοπωλείο — αιμωδίασμα — δόντνασμα — επακουμβώ — αδιαλόγιστος — στιγματισμένος |
|||