|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανθρωπομορφίζω? — — οιακοστρόφος — ανεδαφικός — κάτοπτρο — τύφλαμάρα — σηματοδότης — ημίτονον — ανθοβριθής — γαϊτανοφρύδης — πανέμμορφος — αντάμωση — κληρούχος — πρωτοελλαδικός — υπασπιστής — παραπανήσιος — λασκάδα — αίρεση — κολυμβητικός — αδιάθερμος — δύνη — σοροπιάζω — ανάπλευση |
|||