|
η запасание продовольствия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово запасание продовольствия? — κουμπάνια как с (ново)греческого переводится слово κουμπάνια? — запасание продовольствия — αυτοδικώ — τσιγκέλι — ιχνογραφία — γαυριώ — επαρκώς — κάρωσις — περιφέρομαι — φωτόμετρο — μεταθετός — αντίτυπος — ευδιάβατος — υγροτροπισμός — σωματείο — ηλεκτροτεχνίτης — εμβολιαστής — αθέρμαστος — φιλύποπτος — σμιχτοφρύδα — οξαλικός — εντρέπομαι — βαστάχτρα |
|||