Новогреческий словарь
ρευματόμετρον
ρευματόμετρον
το физ.
амперметр
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
амперметр
? —
ρευματόμετρον
как с
(ново)греческого
переводится слово
ρευματόμετρον
? — амперметр
#
(ново)греческий словарь
—
κρυπτόν
—
φεγγίτης
—
καλιγωτής
—
επάγων
—
ραγδαίος
—
συνηγορώ
—
πιδέξιο
—
δραχμοποίηση
—
πιθηκοειδής
—
στρωμίδι
—
δορκάδιο
—
σανατόριο
—
αναλυτικότερος
—
πρωτοβγαίνω
—
υπέρογκος
—
απορράφτω
—
ξεμαρκάρω
—
αδικοβγάνω
—
ενθρόνιση
—
σπαρμένος
—
δεκατιστής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве