|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σημαιοστολισμένος? — — ακάθαρτος — γλυπτό — χάλιξ — αναβαστάζω — παραπομπή — σήπομαι — αναποδιάζω — ψυχογλωσσολογία — ανασκάπτω — εκκοιλαίνω — τοίχωμα — εθιμοτυπικός — καθολικά — σταφιδάμπελος — μεταπλαστός — εδρικός — ευτύς — διορίζομαι — μυασθενικός — ανυπόφορα — αψιδοστάτης |
|||