|
τα зелёная фасоль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово зелёная фасоль? — φασολάκια как с (ново)греческого переводится слово φασολάκια? — зелёная фасоль — μεταλλακτικός — περίζωσμα — κροταλίζω — επιφανής — εξηνταριά — περιφερειακός — αρχαιογνωσία — δαφνόλαδο — τράχηλος — ασυναγώνιστος — έγκυρος — υδροτεχνική — γνωμοδοσία — ανοφανταρενό — σιδέρωμα — υδρόρροια — αντιπρόποση — μουνόδουλος — τουφεκισμός — φανταχτικός — συμφυής |
|||