|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φακελωμένος? — — συμβιβαστικότητα — περίπτερος — πυροστάτης — βαρυντικός — μεταγένεσις — χεράτο — ρίς — αστικοποιούμαι — φωταψία — κομμούνα — τύφη — ξεπλήρωμα — κυκλοτρόνιον — τεσσαρακονταετηρίδα — οδοντοϊατρείο — αμοιρολόγητος — κόλασμα — μαγαρισιά — τσιφλίκι — θρηνωδία — βούβαλος |
|||