|
η дарительница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дарительница? — δωρήτρια как с (ново)греческого переводится слово δωρήτρια? — дарительница — εγκατασταίνω — έκδοτος — ποτηριά — ξαναβλέπω — ελευθεροφροσύνη — ληθαργία — σκοπιωρός — υφαίρεση — σκληρούτσικος — ομοκεντρικός — καθορώ — ανακρεμάζω — υπαισθησία — σκορπισμένος — καπηλεύομαι — μεσίτευση — βουτυρωμένος — μελιτζανοσαλάτα — προκληροδοτώ — ελαφοκτόνος — ευμέθοδος |
|||